Στην αγορά παγιδευμένοι ποντικοί
νύχτα στην Τσιμισκή μες στον αέρα
γλιστράς δεξιά μου, κρύα αναπνοή
πριν από χρόνια ζούσαμε εδώ πέρα
Σ' ένα υπόγειο σκοτεινό σ' αναζητώ
τη μυρωδιά σου πιάνω με το σώμα
αν είν' ο κόσμος μου τρελός τι να σου πω
αν κάνω λάθος στο ρυθμό σ' ακολουθώ
Βουλιάζουμε σιγά κι αυτός ο δρόμος δε μας πάει πουθενά
σ' αγγίζω στο βυθό κι αναρριγώ
ξαπλώνουμε βαριά κι ο έρωτας μάς κουβαλά
στα νύχια του μας παίρνει και μας σέρνει
Πίσω απ' τις γρίλιες στέκει ο θυρωρός
και τη φτωχή ζωή του ανακατεύει
μας υποπτεύεται βουβά ο διπλανός
ποιος ξέρει η κυρά-Βάσω τι μας σέρνει
Μες στη γλυκιά φωνή της κρύβει μια θηλιά
και μες στα πόδια της φωτιά π' αναστατώνει
τα βράδια κατεβαίνει αγκαλιά στο σατανά
και το πρωί στο ισόγειο καμαρώνει
Χοντρή καρδιά μου βουτηγμένη στο πιοτό
ποιος μάγκας σ' έχει φτύσει και μου γνέφεις
την έκανες μια μέρα από 'δω
και να 'σαι πάλι εδώ, πάλι εδώ
Έλα κοντά και σώπα, μη μιλάς
τόσα χρονάκια ψάχνεις την αγάπη
μα τόση λάσπη που στην πλάτη κουβαλάς
τέτοια σού μάραναν ανόητη απάτη
Κοίτα και γύρω σου γατί του κερατά
και πες μου πόσο αξίζει η κάθε μέρα
δεν επενδύεται η αγάπη φουκαρά
ψάξε καλύτερα κάτι θα βρεις πιο πέρα
Βουλιάζουμε σιγά κι αυτός ο δρόμος δε μας πάει πουθενά
σ' αγγίζω στο βυθό κι αναρριγώ
ξαπλώνουμε βαριά κι ο έρωτας μάς κουβαλά
στα νύχια του μας παίρνει και μας σέρνει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου